Καλώς Ήλθατε!

Το παρόν ιστολόγιο έχει ως σκοπό την προβολή της ποίησης, έχοντας για οδηγό την προσωπική μου αγάπη. Επίσης δημιουργήθηκε με την επιθυμία της ανταλλαγής απόψεων και την επικοινωνία ανθρώπων με κοινά πάθη και ανησυχίες. Η όλη ιδέα της δημιουργίας αυτού είναι να δοθεί βάρος ιδιαίτερα στον ελεύθερο στοχασμό.

Τρίτη 8 Νοεμβρίου 2016

7/11/16:

Πείτε μου τι δεν μπορώ να κάνω
αμφιβάλλω όμως εξαιτίας μου

Δεν έχεις ποτέ καλές προθέσεις
όποτε φιλικά συμβουλέψεις
Το άστρο της ζωής μου να μη δω

Βίαια η πραγματικότητα σου
που διδάσκει μόνο υποτάσσου
και με θέλει στα πάντα φτωχό

Συμπέρασμα επί της ουσίας
επανάληψη της ιστορίας
που με έμαθαν στο δημοτικό

Μεγάλωσα πια και από τώρα
Χωρίς να με φοβίζει η μπόρα
Κάτω απ' το κρεβάτι θα κρυφτώ

Με ζήλο πρέπει να αφοσιωθώ
Σε καθετί που το αγαπάω
μέσα στο δικό μου χρόνο να ζω

Γιατί η ζωή είν΄ εφήμερη
Εσύ ζητάς να κυλά ήρεμη
στην έρημο όμως πάντα διψώ

Ζω και χωρίς καμία ελπίδα
Οδηγούμαι και χωρίς πυξίδα
Χωρίς αφεντικό, έχω εαυτό

Στείρα είναι η ελευθερία
Μια ακόμη σκληρή ουτοπία
Όνειρο συχνό και ανέφικτο

Έμαθες μονάχα να πιστεύεις
Σε κατασκευασμένες υποσχέσεις
Να μην έχεις ευθύνη και σκοπό

Και πάλι ξέφρενα θα γιορτάσεις
Ψάχνεις κάλυψη για να διστάσεις
Σαν τρελός θα βρεις το γυρισμό

Τετάρτη 26 Οκτωβρίου 2016

Γιάννης Σκαρίμπας - Το Μοντέλο (από τή συλλογή ΟΥΛΑΛΟΥΜ)

Πού τήν είδα; Συλλογίζομαι άν στούς δρόμους
τήν αντίκρυσα ποτές μου ή στ' αστέρια,
τούς χυτούς της φέρνει η ιδέα μου τούς ώμους
δίχως χέρια!

Δίχως χέρια . . . Τό μάτι της γυαλένιο
άς μή μ' έβλεπε – μ' εθώρει κι ήταν τ' όντι
ρόδο ψεύτικο τό γέλιο της – κερένιο –
καί τό δόντι.

Τήν στοχάζομαι. Η φωνή της, λές, μού εμίλει
ριγηλή σάν μέσ' σέ όνειρο – και τ' όμμα
ήταν σφαίρα. Σπασμός τρίγωνος τά χείλη
καί τό στόμα.

Τ' ήταν; πνεύμα; Μήν φτιαγμένη ήταν, ωϊμένα,
ύποπτεύομαι – καί τρέμω νοερά μου –
απ' τό ίδιο ύλικό πούναι φχιαγμένα 
τά όνειρά μου; . . .

Αχ πώς τρέμω! ο νούς μου πάει σ' ιδέες πλήθος,
σέ μπαμπάκια καί καρτόνια – ο νούς μου βάνει
γεμισμένο της μήν ήτανε τό στήθος 
μέ ροκάνι!
. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 
Ώ Κυρά μου – Άγγελε – Σύ – των μειρακίων
πόχεις τό γέλιο, ώ χαύνη κόρη των πνευμάτων,
σέ μια βιτρίνα σ' έχουν στήσει γυναικείων
φορεμάτων. . .

Τετάρτη 28 Σεπτεμβρίου 2016

22/9/16:

Συνολική αποτίμηση της περασμένης εποχής
Σαν ξημέρωσε η μέρα αυτή
των ποιητών καταραμένη
Και των μελαγχολικών αστών
που κοιτάζουν τη βροχή μέσα από το τζάμι
Φθινοπώριασε!
Ο καιρός μας θέλει πλέον
κουκουλωμένους κάτω από τα σκεπάσματα
Μοναχικούς, να προσπαθούμε να απαλύνουμε
τον πόνο που δημιουργεί η ίδια θέλησή μας
να υπερβούμε τον κόσμο!
Όχι από υπεροπτική μηδαμινότητα
αλλά από αναγκαία πλέον επιθυμία
να αντικρίσουμε τον Άνθρωπο
σε όλο του το μεγαλείο!
Σταματήστε να κοιτάτε μέσα από τα τζάμια λοιπόν!
Σταματήστε να θέλετε συνεχώς να προστατεύεστε
κάτω από ομπρέλες, σαν να είναι η βροχή της φύσης απειλή!
Σταματήστε να κουκουλώνεστε, αδύναμοι, μίζεροι και ανύπαρκτοι
κάτω από τα σκεπάσματά σας!
Να δημιουργείτε μικρόκοσμους
τους οποίους κανείς δεν πρόκειται να επισκεφτεί!
Το γνωρίζετε πολύ καλά αυτό!
Το επιδιώκετε μάλιστα, ώστε να κερδίζετε το δικαίωμα
να στέκεστε μελαγχολικοί τα βράδια πίσω από τα τζάμια
του άθλιου διαμερίσματος σας
που ο σύγχρονος άνθρωπος ονόμασε σύγχρονη κατοικία!
Το επιδιώκετε για να έχετε το δικαίωμα να παραπονιέστε
και να γεμίζετε τον ούτως ή άλλως περιορισμένο σας χρόνο
Δεν μου ταιριάζει ο μελαγχολικός Ήλιος
και ο ψυχρός άνεμος
Μονάχα τα πεσμένα φύλλα των φυλλοβόλων δέντρων
που κείτονται πάνω στο χώμα
Περιμένοντας τον βόρειο άνεμο να τα πάρει μαζί του!

Παρασκευή 29 Ιουλίου 2016

Κωνσταντίνος Καρυωτάκης - Θέλω να φύγω

Θέλω να φύγω πια από δω, θέλω να φύγω πέρα,
σε κάποιο τόπο αγνώριστο και νέο,
θέλω να γίνω μια χρυσή σκόνη μες στον αιθέρα,
απλό στοιχείο, ελεύθερο, γενναίο.

Σαν όνειρο να φαίνονται απαλό και να μιλούνε
έως την ψυχή τα πράγματα του κόσμου,
ωραία να 'ναι τα πρόσωπα και να χαμογελούνε,
ωραίος ακόμη ο ίδιος ο εαυτός μου.

Σκοτάδι τόσο εκεί μπορεί να μην υπάρχει, θεέ μου,
στη νύχτα, στην απόγνωση των τόπων,
στο φοβερό στερέωμα, στην ωρυγή του ανέμου,
στα βλέμματα, στα λόγια των ανθρώπων.

Να μην υπάρχει τίποτε, τίποτε πια, μα λίγη
χαρά και ικανοποίησις να μένει,
κι όλοι να λένε τάχα πως έχουν για πάντα φύγει,
όλοι πως είναι τάχα πεθαμένοι.

Τρίτη 19 Ιουλίου 2016

Estas Tonne - WHO AM I?

 Who am I? - I cannot say
 My seasons, they change from day to day
 Poet, priest, assassin, thief
 My magic suspends my disbelief.
 Who am I? – I'm just a pack of lies
 I'm a tower of cards, i'm the yarn of a bard
 I'm the jest of a fool, a glittering jewel
 I'm just a candy coated castle in the sky...
 But this little self is just a day dream of an angel
 It’s the shadow of a rainbow
 It’s the twinckling in the inckling of a blink
 Of an all seeing Eye….
 Tear down your lying idols and
 and let your true spirit free…
 Stop searching and find, stop listening and hear, stop looking and simply see...
 Do what Thy wilt! And no other thing!
 Wonder alone in the crowd and sing...
 And fear not the taunts of the man and his masses, cos when disaster comes knocking its us fools who’ll be laughing.
 Now Noah and his folks were the neighborhood joke,
 Till the rain started falling and the levees broke…
 But too late, the profane saw the error of there ways,
 At the end of their tethers in the ancient of days.
 So don’t get manic and panic, when terra turns titanic….
 Just don’t stand and stare at the wave as it breaks!
 Do what Thy wilt!
 Whatever it takes!
 Follow lord fortune wherever he leads and petition your demon to tend to your needs,
 Go crazy, go wild, get wasted, get Wise,
 Wake up from your nightmares, stop believing their lies!
 Get active, get radical, get real and get magical...
 Aspire to your heights and embrace all your lows,
 Give in to desire…let the flood of lust flow.
 Let experience unjudged be your teacher supreme,
 in the mystical marriage of the king and his queen,
 for devotion delivered from lust of result,
 destroys the delusions of the personal cult.
 And the seed of the apple, the snake gave the dove?
 That was Shakti and Shiva, united in Love.
 Now the fruit of the knowledge of good and ill was a necessary evil but a bitter sweet pill.
 But the fruit of the tree of eternal life is the salve to alleviate a mortal strenght…
 See the kiss of the cobra both kills and cures, and the only defense is a heart that’s pure.
 It’s a drug to unhinge the temple's door, and the key to the kingdom where LOVE is the law.
 The word of sin is restriction, so give in
 to a sacred addiction,
 And get drunk on the wine of the light divine, so bright that it bites and burns your mind blind!
 Divorced from mistaken identification..
 To all but to Love and the grace of creation,
 Witness each breath with dispassionate wonder,
 at once here and now in the blissful blue yonder.
 Honor the body as the bride and the king
 and nurture the spark of desire within,
 Let reason and passion be your left and your right,
 no more divided than day is from night,
 Then unite by your art, your head and your heart,
 For emptiness ends when eternity starts…
 Let go, and let rip, take a ride, take a trip!
 Get to work, get to bed, get a life. Get a grip!
 Take leave of your senses, your cunning pretenses,
 Pick up your beds and tear down your defenses…
 And retrace the course of the spring to its source...
 In the time before mind, when God only knows,
 In the garden of Eden,
 Where the tree of life grows.

Παρασκευή 10 Ιουνίου 2016

9/6/16:

Κουράστηκα το να βλέπω τον εαυτό μου παντού
τους ανθρώπους ως καθρεφτισμένες μορφές
επάνω στα γυάλινα σκουπίδια
Κουράστηκα να έχω γεμάτο με έννοιες το νου
αναζητώ στις ευθύνες τους ενοχές
ανοίγω σκέψεις με αντικλείδια

Του κόσμου που δεν ξέρει αν επιθυμεί να ζήσει
στην ανημποριά του ζητά παρηγοριά
στην καθημερινή του ρουτίνα
Αναζητά ποικίλους τρόπους να αυτοκτονήσει
γιατί η ζωή έχει άκομψη θωριά
μοιάζει σαν αδύναμη αχτίνα

Δεν κάνουν έρωτα τα θύματα της ονείρωξης
ξέρουν τι σημαίνει να ερωτεύεσαι;
το κρεβάτι τους κρύο σαν μνήμα
Τα λεφτά είναι αποτέλεσμα επιδίωξης
και εσύ προς το μέλλον τους πορεύεσαι
υποκρινόμενος ένα θύμα

Είναι τόσο εύκολο να κοιτάζεις πέρα ψηλά
όλα εκείνα που ποτέ δεν θα φτάσεις
επενδύεις τα πάντα στο γέλιο
Αδυνατείς να ανέβεις μόνος στα ψηλά βουνά
εδώ κάτω φοβάσαι μήπως ξεγράψεις
στίχους στο κίβδηλο ευαγγέλιο

Τετάρτη 20 Απριλίου 2016

20/4/16:

Θέλω επιτέλους να μιλήσω με λέξεις
που δεν θέλω εσύ να τις διαλέξεις
Εξουσία με ακούς; Εγώ υπάρχω
και για εσένα ενάντια πάντα γράφω
Ο λόγος μου είναι ουσιώδης διαμαρτυρία
η ποίηση των δρόμων η αφετηρία
Η φωνή του λαού που ξέρει να ζει
χωρίς την ανάγκη σας την πενιχρή
Ξέρω ακριβώς ποια είναι τα πρέπει μου
δεν είναι οι ανάγκες σας τα θέλω μου
Μπορώ να ζήσω και χωρίς ουσία
ανοησία όμως δεν δέχομαι για αξία
Έχετε επηρεάσει τους πάντες γύρω μου
δεν δέχομαι για πρώτους τους υπό μου
Μπορεί να είμαι μόνος μα έχω φωνή
πηγάζει από αυτή τη στιχουργική
Που δεν έχει ανάγκη καθόλου το μέτρο
μονάχα τη ρήμα για σύντροφο

Βαρέθηκα να επαιτώ για ψίχουλα

δεν είμαι εκείνος που ζει ύπουλα
Θυσιάζοντας στον βωμό σας τα όνειρα μου
ότι θέλετε τολμήστε το μπροστά μου
Δεν με υπολογίζετε το ξέρω υποκριτές
γιατί είστε πολλοί που δεν ζείτε με ενοχές
Τις περιουσίες σας θαρρείτε για αξία
τρέφετε εναντίον σας μια προσοδοφόρα βία
Χαρείτε για τελευταία φορά την ουρά σας
κάποια στιγμή όταν βρεθώ μπροστά σας
Θα είναι αργά όμως για να ξεφύγετε
από το λαό που θέλετε να αποφύγετε
Με πράξεις ξεπεσμένες της νοοτροπίας σας
έρχεται η σειρά μου να κρατήσω τα ηνία σας
Άλογοι μπορεί να είναι οι μεροκαματιάρηδες
εκβιαστές της χώρας οι Παγκόσμιοποιημένοι νοικάρηδες
Κάποια στιγμή άξαφνα οι φτωχοί θα αφυπνιστούν
και τις σκατόφατσες σας μαζικά θα απαρνηθούν

Ελεύθερη έκφραση είναι η ανθρώπινη ανάγκη

που δεν χρειάζεται των κριτικών σας τη φραγή
Χρειάζομαι επιτέλους να φωνάξω απάτη
στους τελευταίους τίτλους όμως ζητάω πυγμή

Στην κρίση σας που συνεχώς βαθαίνει

ο λαός είναι αυτός που όλα τα υπομένει
Καλοπερασάκιδες, ξερόλες της πίπας
σας ταιριάζει ένας βωμολόχος Αντύπας
Δεν είμαι δάσκαλος κανενός το ξαναλέω
απλώς ένας διαμαρτυρόμενος που πλέω
Με ένα πλοίο που ναύλωσα μονάχος
δεν παραιτούμαι ακόμα κι αν με σκίσει βράχος
Ζω με όπλο μου την θαρραλέα επιμονή
καταφέρνω πολλά και δεν θα γίνω μουνί
Όπως εσείς που τόσο εύκολα ξεπέφτετε
από τη βουλή ψηλά θέλω  να σας δω να πέφτετε
Στο κοντάρι της σημαίας μας που ψηλά κυματίζει
πόρνη η σιωπή που το σώμα της λικνίζει
Τα λεφτά σας δεν πρόκειται να πιάσουν τόπο
Έχω για όπλο το beat μου και μόκο
Κοιτάζω ψηλά όχι σαν ονειροπαρμένος
το ξέρω πως σύντομα θα βρεθώ δικαιωμένος

Απορώ που ήσυχοι κοιμάστε ακόμα!

πρέπει επιτέλους να πέσετε σε κώμα
Σε μια κλινική όπως αυτές που μας φτιάξατε
με τα φακελάκια σας γιατροί μας ρημάξατε
Χωρίς υγεία και με ανύπαρκτα σχολεία
γνωρίζετε πως να δημιουργείτε άχρηστα πτυχία
Ανθρώπους που ανθρώπινοι δεν είναι
κυρίους με γραβάτες που ψεύτικοι είναι
Όσο και αν μου κλέψατε χρόνο γνωρίζω
ποιος είμαι και στον εαυτό μου θυμίζω
Το παρελθόν για να έχω άλλοθι όταν σας αποτινάξω
σαν έντομα και ύστερα τις έδρες σας να κάψω
Το σύστημα σας μου είναι απεχθές
όπως το χρέος σας που δεν με γεμίζει ενοχές
Δεν το δημιούργησα εγώ, όμως ξέρω τους άλλους
καίω εξίσου media και παπαγάλους!
Όμως σε αυτό το σημείο πρέπει να τελειώσω
βαρέθηκα να μιλάω, πρέπει να σας ανταμώσω!

Ελεύθερη έκφραση είναι η ανθρώπινη ανάγκη

που δεν χρειάζεται των κριτικών σας τη φραγή
Χρειάζομαι επιτέλους να φωνάξω απάτη
στους τελευταίους τίτλους όμως ζητάω πυγμή

Δευτέρα 21 Μαρτίου 2016

Ένα ποίημα για την σημερινή παγκόσμια ημέρα ποίησης!

Cesare Paveze - 21 Μαρτίου 1950

Έχεις αίμα κι ανάσα.
Είσαι κι εσύ φτιαγμένη από σάρκα,
από μαλλιά και από βλέμματα. Η γη και τα δέντρα
ο μαρτιάτικος ουρανός, το φως,
πάλλονται και σου μοιάζουν-
το γέλιο σου και το βήμα σου
σαν νερά που αναπηδούν-
η ρυτίδα ανάμεσα στα μάτια σου
σαν σύννεφα μαζεμένα
το τρυφερό σου κορμί
ένας σβώλος στoν ήλιο.
Έχεις αίμα και ανάσα.
Ζεις σ’ αυτή τη γη.
Γνωρίζεις τις γεύσεις,
τις εποχές, τα ξυπνήματα,
έπαιξες στον ήλιο,
μίλησες μαζί μας.
Καθαρό νερό της άνοιξης
Βλαστός, χώμα,
ανθισμένη σιωπή,
έπαιξες όταν ήσουνα μικρούλα
κάτω από διαφορετικό ουρανό,
κι έχεις τη σιωπή μέσα στα μάτια σου,
ένα σύννεφο που αναβλύζει
σαν πηγή από τα βάθη.
Τώρα γελάς και δονείσαι πάνω απ’ αυτή τη σιωπή.
Γλυκός καρπός που ζεις
Κάτω από τον καθαρό ουρανό
που ανασαίνεις και ζεις
σ’ αυτή τη δική μας εποχή
στην κλειστή σιωπή
βρίσκεται η δύναμή σου. Όπως
το χλωρό χορτάρι στον αέρα
ανατριχιάζεις και γελάς,
όμως εσύ, εσύ είσαι γη.
Είσαι ρίζα σκληρή.
Είσαι η γη που περιμένει.

21 Μαρτίου 1950, Cesare Paveze, απο τή συλλογή "Vera la morte e avra i tuoi occhi"

Τρίτη 15 Μαρτίου 2016

Martha Rivera Garrido - Δεν επιστρέφεις

Να μην ερωτευτείς ποτέ γυναίκα που διαβάζει,
γυναίκα που αισθάνεται υπερβολικά ή γράφει.
Να μην ερωτευτείς ποτέ γυναίκα που σκέφτεται,
που γνωρίζει αυτά που ξέρει, κι επιπλέον μπορεί να πετά,
γυναίκα σίγουρη για τον εαυτό της.
Να μην ερωτευτείς ποτέ γυναίκα που γελά ή κλαίει στον έρωτα,
που ξέρει να μετουσιώνει το κορμί σε πνεύμα.
Πόσω δε μάλλον, μια που αγαπά την ποίηση,
που στέκεται να θαυμάσει για ώρες κάποιον πίνακα
και που δεν ξέρει πως να ζει χωρίς μουσική.
Μην το ευχηθείς ποτέ να ερωτευτείς μια γυναίκα τέτοια.
Γιατί, ασχέτως αν μείνει μαζί σου ή αν σε αγαπήσει κι εκείνη, 
από μια τέτοια γυναίκα, ποτέ δεν επιστρέφεις.

Τρίτη 2 Φεβρουαρίου 2016

2/2/16:

Το να χάνεις την αίσθηση του χρόνου
είναι η μοναδική πραγματική Ελευθερία!
Οι περισσότεροι άνθρωποι φοβούνται
να χάσουν τη σιγουριά
που τους παρέχει η βεβαιότητα
της δήθεν υπαρκτής στιγμής!
Επειδή γνωρίζουν μόνο πως υπάρχουν
κρατώντας αγκαζέ, με σχεδόν ερωτικό τρόπο
τον Χρόνο, ως μόνο στήριγμα στη ζωή τους!
Οι άθλιοι!
Αντιλαμβάνονται τον Χρόνο
όπως τον δήθεν Έρωτα τους!
Στήριγμα αντί για ευδαιμονία
Σκλαβιά αντί για Ελευθερία
Συμφέρον εξαιτίας ενός ακαθόριστου φόβου
Δουλεία αντί για εθελοντική Εργασία!
Ο φόβος είναι ο χειρότερος εχθρός της Ζωής!
Και αγαπάμε τον Χρόνο εξαιτίας αυτού του παράλογου Φόβου!
Μας καλοπιάνει με την νοσταλγία των περασμένων στιγμών
Μας φοβίζει με τη σκέψη πως πέρασαν τα χρόνια και έγιναν μνήμες
Μας σκλαβώνει με τη νοσταλγία της περασμένης νεότητας
Και μας προδίδει με την επιβεβαίωση της Ανυπαρξίας
Μας κοροϊδεύει με τεχνάσματα όπως μερικά καλά ταξίδια και εξερευνήσεις
Διασκέδαση με τους ανθρώπους που αγαπάμε να είμαστε μαζί τους
Καλοπέραση ξοδεύοντας χρήματα που μαζέψαμε με κόπο
Γεμίζοντας γήπεδα, συναυλιακούς χώρους, κέντρα διασκέδασης
Συμβιβασμένες κοινωνικές δομές, όπως ο Γάμος και οι Παρέες
Και ύστερα από μερικές δεκαετίες
Ανήμπορος να αλλάξεις το καθετί
Απόλυτα συγκεντρωμένος στις υποχρεώσεις σου
Να βλαστημάς που έγινε μεγάλος εχθρός ο Χρόνος!
Ποτέ δεν ήταν φίλος σου!
Ήταν μια ανόητη δικαιολογία
για όσα συνεχώς ανέβαλες
Όπως οι πραγματικά δικές σου επιθυμίες
Που θεώρησες πως είναι τα Θέλω
που σου επέβαλε με πρόφαση την μόνη σου πραγματικότητα
Το κίβδηλο Εγώ σου!
Μεγαλώνοντας μόνο αναγνωρίζεις
όλα εκείνα που ο Χρόνος σου στέρησε
Επειδή θέλησες να τον ακολουθήσεις!
Γι' αυτό πρέπει να χάνεις την αίσθηση του Χρόνου!
Όπως όταν διαβάζεις ένα καλό βιβλίο
Γράφεις τις σκέψεις σου αυθόρμητα πάνω στο χαρτί
Ζωγραφίζεις χωρίς να κοιτάζεις κάτι
παρά μόνο με ότι βλέπει το μυαλό σου
Ταξιδεύεις μόνος, απολαμβάνοντας το τοπίο γύρω σου
Παίζεις μουσική
Γράφεις ένα ποίημα
Ή κάνεις Έρωτα!
Οι στιγμές που ο χρόνος δεν γίνεται αντιληπτός
είναι οι μοναδικές γεμάτες στιγμές της Ζωής σου!

Παρασκευή 22 Ιανουαρίου 2016

James Kavanaugh - Will you be my friend? (Θα είμαστε φίλοι;)

Will you be my friend?
There are so many reasons why you never should:
I’m sometimes sullen, often shy, acutely sensitive,
My fear erupts as anger, I find it hard to give,
I talk about myself when I’m afraid
And often spend a day without anything to say.
    But I will make you laugh
And love you quite a bit
And hold you when you’re sad.
I cry a little almost every day
Because I’m more caring than the strangers ever know,
And, if at times, I show my tender side
(The soft and warmer part I hide)
I wonder, will you be my friend?
    A friend who far beyond the feebleness of any vow or tie
Will touch the secret place where I am really I,
To know the pain of lips that plead and eyes that weep,
Who will not run away when you find me in the street
Alone and lying mangled by my quota of defeats
But will stop and stay-to tell me of another day
When I was beautiful.
Will you be my friend?
    There are so many reasons why you never should:
Often I’m too serious, seldom predictably the same,
Sometimes cold and distant, probably I’ll always change.
I bluster and brag, seek attention like a child,
I brood and pout, my anger can be wild,
But I will make you laugh and love you quite a bit
And be near you when you’re afraid.
    I shake a little almost every day
Because I’m more frightened than the strangers ever know
And if at times I show my trembling side
(The anxious, fearful part I hide)
I wonder, will you be my friend?
    A friend who, when I feel your closeness, feels me push away
And stubbornly will stay to share what’s left on such a day,
Who, when no one knows my name or calls me on the phone,
When there’s no concern for me – what I have or haven’t done-
And those I’ve helped and counted on have oh, so deftly, run,
Who, when there’s nothing left but me, stripped of charm and
Subtlety, will nonetheless remain.
    Will you be my friend?
For no reason that I know, Except I want you so.

Θα είμαστε φίλοι; 

Υπάρχουν τόσοι λόγοι
που δεν θα έπρεπε να το δεχτείς:
Είναι φορές που είμαι σκυθρωπός, 
οξύτατα ευαίσθητος
και ντροπαλός ακόμα. 
Ο φόβος μου ξεσπάει σαν θυμός, 
μου είναι τόσο δύσκολο να δώσω,
μιλάω πολύ για εμένα όταν φοβάμαι,
κι ίσως περάσει μέρα χωρίς να έχω τίποτα να πω.
Μα θα σε κάνω να γελάς
και θα σε αγαπάω
και μέσα στη λύπη σου θα σ' έχω αγκαλιά.
Κλαίω σχεδόν λιγάκι κάθε μέρα
γιατί με νοιάζει πιότερο απ' όσο το φαντάζονται οι άλλοι.
Κι αν μερικές φορές την τρυφερή πλευρά μου αποκαλύψω 
(το πιο ζεστό και μαλακό κομμάτι που ‘χω)
αναρωτιέμαι: 
Θα είμαστε φίλοι; 
Ένας φίλος, 
που πέρα απ' όρκους η δεσμούς 
τη μυστική γωνία μου θε ν' αγγίξει 
εκεί
που εγώ είμαι πράγματι εγώ,
τα χείλη που ικετεύουν να γνωρίζει, 
τον πόνο μες τα μάτια όταν θρηνώ.
Που δεν θα φύγει 
σαν με δει στο δρόμο κομματιασμένο
απ' του χαμού το μερτικό, 
μα θα σταθεί και ‘κει κοντά μου θε να μείνει,
να μου μιλήσει για την ομορφιά που είχα κάποτε κι εγώ. 
Θα είμαστε φίλοι; 
Υπάρχουν τόσοι λόγοι που δεν θα έπρεπε ποτέ να το δεχτείς. 
Συχνά παραείμαι σοβαρός,
ψυχρός, 
απομακρυσμένος.
Ποτέ ο ίδιος ακριβώς,
κι όλο μου φαίνεται θ' αλλάζω και θ' αλλάζω.
Καυχιέμαι, 
κομπορρημονώ σαν το παιδί την προσοχή ζητάω, 
κατσούφης γίνομαι,
έχω άγριο θυμό κι ώρες πολλές τη γκρίνια μου κρατάω. 
Μα θα σε κάνω να γελάς 
και θα σε αγαπώ και μες το φόβο σου θα στέκομαι κοντά σου. 
Τρέμω λιγάκι κάθε μέρα,
γιατί φοβάμαι πιότερο απ' όσο φαντάζονται οι άλλοι.
Κι αν μερικές φόρες την τρυφερή πλευρά μου αποκαλύψω 
(το αγχωμένο μου κομμάτι που όλο κρύβω)
αναρωτιέμαι:
Θα είμαστε φίλοι; 
Ένας φίλος, 
που όταν σε φοβάμαι
και σε σπρώχνω σε πείσμα της ασχήμιας μου, 
θα μείνεις να μοιραστείς ό,τι απόμεινε από μένα.
Που όταν κάνεις δεν θα γνωρίζει τ' όνομά μου, 
σαν δε θα νοιάζεται κανένας πια για μένα,
για όσα έκανα κι όσα δεν έχω κάνει 
κι όλοι που σε κείνους βασιζόμουν το βάλουν στα πόδια και μ' αφήσουν.
Όταν δεν θα ‘χει μείνει τίποτα δικό μου,
ούτε ακόμα αυτή η λεπτότητα κι οι χάρες, 
εσύ, παρόλα' αυτά, 
θα ‘σαι κοντά μου. 
Θα είμαστε φίλοι; 
Δεν έχω λόγο σοβαρό,
απλά μονάχα στο ζήτω.

Δευτέρα 4 Ιανουαρίου 2016

9χρονη μαθήτρια Τετάρτης Δημοτικού στο Ηράκλειο, απαντά στο ερώτημα «Πού βρίσκεται η ποίηση;»

9χρονη μαθήτρια Τετάρτης Δημοτικού στο Ηράκλειο Κρήτης, απαντά γραπτώς στο ερώτημα «Πού βρίσκεται η ποίηση;» 
Μέσω του προσωπικού του λογαριασμού στο Facebook, ο συγγραφέας Βαγγέλης Ραπτόπουλος ανάρτησε μία φωτογραφία ενός μαθητικού τετραδίου όπου σε αυτό μία 9χρονη μαθήτρια της Τετάρτης Δημοτικού σε σχολείο στο Ηράκλειο Κρήτης απαντά στο ερώτημα «Πού βρίσκεται η ποίηση;» 
Αυτό συνέβη στα μαθήματα δημιουργικής γραφής που παραδίδει η Μαρία Δασκαλάκη στο Ηράκλειο. Δείτε εδώ και το προφιλ της Μαρίας Δασκαλάκη και άλλα παραδείγματα δημιουργικής γραφής μαθητών.

Πηγή:
https://www.alfavita.gr/arthron/9hroni-mathitria-tetartis-dimotikoy-sto-irakleio-apanta-sto-erotima-poy-vrisketai-i-poiisi

Παρασκευή 1 Ιανουαρίου 2016

Κώστας Καρυωτάκης

Τί καλά που ’ναι στο σπίτι μας
τώρα που όξω πέφτει χιόνι!
Το μπερντέ παραμερίζοντας,
τ’ άσπρο βλέπω εκεί σεντόνι

να σκεπάζει όλα τα πράματα:
δρόμους, σπίτια, δένδρα, φύλλα.
Πόσο βλέπω μ’ ευχαρίστηση
μαζεμένη τόση ασπρίλα!

Όμως κάτου, τουρτουρίζοντας
το κορίτσι εκείνο τρέχει.
Τώρα στάθηκε στην πόρτα μας.
Ψωμί λέγει πως δεν έχει,

πως κρυώνει, πως επάγωσε…
«Έλα μέσα, κοριτσάκι.
Το τραπέζι μας εστρώθηκε
κι αναμμένο είναι το τζάκι.»